Ένα τεράστιο αρχείο με ένα εκατομμύριο εικόνες από την άγρια φύση δημιούργησε το Δίκτυο Παρακολούθησης και Αξιολόγησης Τροπικής Οικολογίας (TEAM).
Από το 2008, που ξεκίνησε να παρακολουθεί τις αλλαγές στην άγρια ζωή, τη βλάστηση και το κλίμα, η οργάνωση τοποθέτησε κάμερες σε 16 τροπικά δάση στην Αμερική, την Αφρική και την Ασία, φωτογραφίζοντας περισσότερα από 370 είδη, μεταξύ των οποίων ελέφαντες, γορίλες, χιμπατζήδες και τροπικά πτηνά.
econews
Διαβάστε περισσότερα ...
Περί το ένα πέμπτο (ποσοστό 19%) των διάφορων ειδών ερπετών του πλανήτη απειλούνται με εξαφάνιση, σύμφωνα με νέες εκτιμήσεις των επιστημόνων.
Οι ερευνητές, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό για θέματα βιοποικιλότητας «Biological Conservation», σύμφωνα με το BBC, εκτιμούν ότι σχεδόν τα μισά είδη ερπετών (ποσοστό 47%) είναι ευάλωτα. Ποσοστό 41% θεωρείται ότι αντιμετωπίζουν απειλές στο περιβάλλον τους και για 12% αυτοί οι κίνδυνοι είναι κρίσιμοι.
Οι εκτιμήσεις, για τις οποίες συνεργάστηκαν 200 ειδικοί, βασίζονται στη μελέτη ενός τυχαίου δείγματος 1.500 ειδών ερπετών σε διάφορες περιοχές της Γης. «Ήταν ένα είδος "γκάλοπ" για να δούμε πώς τα πάνε τα ερπετά ως σύνολο» ανέφερε η επικεφαλής της έρευνας. Τα ερπετά, που εμφανίστηκαν στη Γη πριν από περίπου 300 εκατ. χρόνια, είναι μια ομάδα που περιλαμβάνει τα φίδια, τις χελώνες, τις σαύρες, τους κροκόδειλους κ.ά.. Υπολογίζεται ότι στον πλανήτη υπάρχουν περίπου 9.500 διαφορετικά είδη ερπετών, τα οποία θεωρούνται σημαντικά για τα οικοσυστήματα και στις τροφικές αλυσίδες τόσο ως θηρευτές όσο και ως θηράματα, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο.
Η απώλειά τους μπορεί να έχει «δραματικές συνέπειες» για άλλα είδη, σύμφωνα με τους ερευνητές, οι οποίοι θεωρούν ότι η κατάσταση των ερπετών μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως «δείκτης υγείας» για πολλά οικοσυστήματα.
Τα ερπετά κινδυνεύουν περισσότερο στις τροπικές περιοχές λόγω πιέσεων από την εξάπλωση της γεωργίας και την επεκτεινόμενη υλοτόμηση. Οι χελώνες του γλυκού νερού επίσης, σύμφωνα με τη νέα μελέτη, δέχονται μεγάλες απειλές σε ποσοστό 50%, ενώ γενικότερα περίπου ένα στα τρία ερπετά του γλυκού νερού (ποσοστό 30%) κινδυνεύει να εξαφανιστεί. Οι κίνδυνοι είναι κάπως μικρότεροι για τα ερπετά που ζουν στην ξηρά σε σχέση με όσα ζουν στο νερό.
real.
Διαβάστε περισσότερα ...
Ειδικοί του Ινστιτούτου Αστρονομίας Μαξ Πλάνκ στη Γερμανία υποστηρίζουν ότι οι πρώτες μορφές ζωής που θα διαπιστώσουμε ότι υπάρχουν σε εξωπλανήτες θα είναι πιθανώς λειχήνες και φύκη. Αυτό γιατί σύμφωνα με τους ειδικούς λειχήνες και φύκη αφήνουν τη χημική «υπογραφή» τους στο φως που εκπέμπει ο πλανήτης στον οποίο βρίσκονται.
Η αναζήτηση της ζωήςΤα τελευταία χρόνια οι επιστήμονες έχουν εντοπίσει εκατοντάδες πλανήτες σε άλλα ηλιακά συστήματα του γαλαξία μας, ορισμένοι εκ των οποίων είναι βραχώδεις και βρίσκονται εντός της λεγόμενης «κατοικήσιμης ζώνης». Βρίσκονται δηλαδή σε απόσταση από το μητρικό τους άστρο τέτοια ώστε να δημιουργούνται ευνοϊκές για την ανάπτυξη και συντήρηση της ζωής συνθήκες όπως, παραδείγματος χάριν, νερό σε υγρή μορφή. Τα τελευταία χρόνια έχουν αναπτυχθεί διάφορες τεχνικές μελέτης της σύστασης και των συνθηκών που επικρατούν στους εξωπλανήτες. Μια από αυτές είναι η ανάλυση του φωτός που εκπέμπει ο κάθε πλανήτης.
Μελετώντας τα χαρακτηριστικά (μήκος κύματος, ένταση) του ορατού και του εγγύς υπέρυθρου φωτός που ανακλάται από την επιφάνεια ενός πλανήτη στο Διάστημα οι επιστήμονες μπορούν να κάνουν διάφορες διαπιστώσεις, κυρίως για το φυτικό βασίλειο του πλανήτη αφού μια παράμετρος που «ενσωματώνεται» στο φως είναι η χλωροφύλλη.
Τα πολύχρωμα ίχνηΜε δεδομένο ότι βραχώδεις πλανήτες με συνθήκες τόσο φιλικές για τη ζωή όσο στη Γη είναι λιγότεροι από εκείνους που διαθέτουν πιο ακραίες συνθήκες (υψηλές θερμοκρασίες, ιδιαίτερα ξηρό ή όξινο περιβάλλον) οι ερευνητές αποφάσισαν να μελετήσουν ορισμένες από τις πιο «σκληροτράχηλες» και ανθεκτικές μορφές ζωής στη Γη. Μελέτησαν λειχήνες που ζουν σε άνυδρες περιοχές, βακτήρια που επιβιώνουν σε καυτό νερό και κόκκινα φύκη που επιβιώνουν σε όξινο περιβάλλον όπως, παραδείγματος χάριν, σε νερό που περιέχει υλικά και ουσίες που χρησιμοποιούνται ή παράγονται σε εξορύξεις.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι κάθε μια από αυτές τις μορφές ζωής παράγει μια ξεχωριστή χρωματική ακολουθία η οποία είναι ανιχνεύσιμη από έναν μακρινό παρατηρητή. Σύμφωνα με τους ειδικούς ο εντοπισμός αυτών των ακολουθιών στο φως των εξωπλανητών δεν σημαίνει αυτόματα ότι υπάρχει ζωή επάνω σε αυτούς. Αποτελεί όμως ένα σημαντικό στοιχείο που επιτρέπει στους επιστήμονες να ξεχωρίζουν τους πλανήτες που έχουν αυξημένες πιθανότητες να διαθέτουν ζωή και να επικεντρώνουν σε αυτούς την προσοχή τους. Η έρευνα δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Astrobiology».
«Είναι μια ιδιαίτερα ελκυστική ιδέα, από τη στιγμή μάλιστα που το πιθανότερο είναι ότι σε έναν πλανήτη μπορεί να υπάρχει μικροβιακή ζωή και όχι έντονη βλάστηση. Βέβαια η μέθοδος που προτείνεται έχει περιορισμούς αφού παραδείγματος χάριν, οι ατμοσφαιρικές συνθήκες ενός πλανήτη μπορεί να διαφέρουν τελείως από αυτές της Γης και να αλληλεπιδρά με το φως με τρόπους που δεν είναι αναμενόμενοι. Η φύση μπορεί να είναι πολύ πιο δημιουργική από όσο μας έχει επιτρέψει να πιστεύουμε σε αυτή τη μικρή γωνία του Σύμπαντος στην οποία βρισκόμαστε» σχολιάζει ο Νίκολας Κάουαν, του Πανεπιστημίου Northwestern στο Ιλλινόι των ΗΠΑ.
Οι δείκτες βλάστησης
Μετρώντας προσεκτικά το μήκος κύματος και την ένταση του ορατού και του εγγύς υπέρυθρου φωτός που ανακλάται από την επιφάνεια της Γης στο Διάστημα, οι επιστήμονες χρησιμοποιούν τον γνωστό «δείκτη βλάστησης» για την ποσοτικοποίηση των συγκεντρώσεων πράσινης βλάστησης παγκοσμίως. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Διαστήματος (ESA) έχει δώσει στη δημοσιότητα σχετικά δεδομένα.
Συνδυάζοντας τους ημερήσιους δείκτες βλάστησης σε σύνθετα 8, 16 ή 30 ημερών, οι επιστήμονες δημιουργούν λεπτομερείς χάρτες της πυκνότητας της πράσινης βλάστησης της Γης που προσδιορίζουν τις περιοχές όπου ευδοκιμούν τα φυτά και τις περιοχές όπου τα φυτά βρίσκονται υπό καταπόνηση (λόγω έλλειψης νερού).
Για να καθοριστεί η πυκνότητα του πράσινου σε ένα μικρό κομμάτι γης, οι ερευνητές πρέπει να παρατηρήσουν τα διακριτά χρώματα (μήκη κύματος) του ορατού και εγγύς υπέρυθρου ηλιακού φωτός που ανακλάται από τα φυτά. Όταν το ηλιακό φως προσπίπτει σε αντικείμενα ορισμένα μήκη κύματος αυτού του φάσματος απορροφώνται, ενώ άλλα μήκη κύματος ανακλώνται.
Η χρωστική των φύλλων των φυτών, η χλωροφύλλη, απορροφά σε υψηλά ποσοστά το ορατό φως (από 0,4 έως 0,7 µm) για χρήση κατά τη φωτοσύνθεση. Από την άλλη πλευρά, η κυτταρική δομή των φύλλων ανακλά σε μεγάλο βαθμό το εγγύς υπέρυθρο φως (από 0,7 έως 1,1 µm). Εάν η ανακλώμενη ακτινοβολία στο εγγύς υπέρυθρο μήκος κύματος είναι πολύ περισσότερη από ό,τι στο ορατό μήκος φωτός, τότε η βλάστηση στο συγκεκριμένο εικονοστοιχείο είναι πιθανό να είναι πυκνή και ενδέχεται να αποτελείται από κάποιο είδος δάσους. Εάν υπάρχει πολύ μικρή διαφορά στην ένταση του ανακλώμενου ορατού και εγγύς υπέρυθρου μήκους φωτός, τότε η βλάστηση είναι ενδεχομένως αραιή και ενδέχεται να αποτελείται από ποολίβαδα, τούνδρα ή έρημο.
tovima.
Διαβάστε περισσότερα ...
Απειλούμενα ζώα, μεταξύ των οποίων τζάγκουαρ, μυρμηγκοφάγους και ένα σπάνιο είδος λύκου με κόκκινη γούνα, θα επιχειρήσουν να κλωνοποιήσουν Βραζιλιάνοι επιστήμονες, σε μια προσπάθεια να εκτονώσουν τις πιέσεις που υφίστανται τα ζώα αυτά στην άγρια φύση.
Τα ζώα θα κλωνοποιηθούν για τον εφοδιασμό των ζωολογικών κήπων, στο πλαίσιο αμφιλεγόμενου προγράμματος που έχει ήδη προκαλέσει τις αντιδράσεις περιβαλλοντολόγων οι οποίοι υποστηρίζουν ότι στόχος μας πρέπει να είναι η προστασία των οικοτόπων και όχι η ικανοποίηση της ζήτησης για σπάνια ζώα.
Οι Βραζιλιάνοι επιστήμονες ξεκίνησαν τις εργασίες τους πριν δυο χρόνια συγκεντρώνοντας σωματικά κύτταρα και σπερματοζωάρια οκτώ απειλούμενων ειδών και σύντομα θα υποβάλλουν αίτηση στην κυβέρνηση για χορήγηση άδειας ώστε να μπορέσουν να διενεργήσουν πειράματα στα 420 δείγματα που συνέλεξαν, με απώτερο στόχο την κλωνοποίηση.
Τα κλωνοποιημένα, τα υβρίδια και τα ζώα που ζουν σε συνθήκες αιχμαλωσίας έχουν ελάχιστη ως και μηδαμινή γενετική αξία και θεωρητικά με την αναπαραγωγή θα μπορούσαν να αποδυναμώσουν τους πληθυσμούς άγριων ζώων στη φύση.
Οι επιστήμονες πίσω από το ερευνητικό πρότζεκτ ωστόσο ξεκαθαρίζουν ότι στόχος τους είναι να αναθρέψουν ζώα που θα ζήσουν σε συνθήκες αιχμαλωσίας και θα συμμετάσχουν σε παραστάσεις και θεάματα και δεν επιδιώκουν μέσω της κλωνοποίησης να αυξήσουν τον πληθυσμό των απειλούμενων ζώων στην άγρια φύση.
Με άλλα λόγια οι επιστήμονες δηλώνουν ότι σκοπεύουν να τροφοδοτήσουν την αγορά με κλωνοποιημένα ζώα, μειώνοντας με αυτό τον τρόπο τις πιέσεις και τους κινδύνους για τα απειλούμενα ζώα που ζουν στην άγρια φύση.
econews.
Διαβάστε περισσότερα ...
Αν και σε εμάς περνάει απαρατήρητο, καθημερινά και ανά πάσα στιγμή η Γη βομβαρδίζεται από φορτισμένα σωματίδια που φθάνουν ως εδώ από το Διάστημα. Αυτό είναι γνωστό εδώ και έναν αιώνα στους επιστήμονες, οι οποίοι έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αυτή η «κοσμική ακτινοβολία» - ή τουλάχιστον ένα μέρος της – προέρχεται από τις εκρήξεις των υπερκαινοφανών αστέρων. Αν και γενικώς αποδεκτή, αυτή ωστόσο δεν ήταν παρά μια θεωρία. Τώρα μια ομάδα επιστημόνων κατόρθωσε για πρώτη φορά να προσφέρει την απόδειξή της.
Σωματίδια με την ταχύτητα του φωτός
Η κοσμική ακτινοβολία που φθάνει ως εμάς συνίσταται σε διάφορα είδη σωματιδίων – στη συντριπτική πλειονότητά τους πρωτόνια, αλλά και μιόνια ή ποζιτρόνια – τα οποία συχνά αναπτύσσουν ασύλληπτες για τα ανθρώπινα μέτρα ταχύτητες, σχεδόν παρόμοιες με αυτή του φωτός. Για πρώτη φορά η ακτινοβολία αυτή ανιχνεύθηκε το 1912 και η πιο ευλογοφανής εξήγηση για την ύπαρξή της ήταν για τους επιστήμονες η έκρηξη των υπερκαινοφανών αστέρων – ή σουπερνόβα – η οποία παράγει εξαιρετικά υψηλές ενέργειες.
Αν και ευλογοφανής, η ερμηνεία αυτή δεν ήταν ωστόσο εύκολο να αποδειχθεί. Τα πρωτόνια είναι φορτισμένα σωματίδια και για τον λόγο αυτόν αλληλεπιδρούν με τα μαγνητικά πεδία που συναντούν στην πορεία τους. Ως αποτέλεσμα, όταν – και αν – φθάσουν τελικά στη Γη, είναι πλέον πολύ δύσκολο να προσδιορίσει κανείς την προέλευσή τους.
Μια διεθνής ομάδα επιστημόνων αποφάσισε να διερευνήσει το ζήτημα έμμεσα, μέσω της ακτινοβολίας γ. Χρησιμοποιώντας το Large Area Telescope (LAT) του διαστημικού τηλεσκοπίου Φέρμι της NASA οι επιστήμονες προσπάθησαν να εντοπίσουν την «υπογραφή» που προκύπτει στο φάσμα της ακτινοβολίας γ από τη διάσπαση των πιονίων – υποσωματιδίων που παράγονται από τις συγκρούσεις των σωματιδίων της κοσμικής ακτινοβολίας με τα διαστρικά υλικά που περιβάλλουν τους υπερκαινοφανείς αστέρες.
«Στοχεύοντας» τους σουπερνόβα
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Στέφαν Φουνκ, αστροφυσικό του Πανεπιστημίου Στάνφορντ στην Καλιφόρνια, επικεντρώθηκαν στα υπολείμματα δυο σουπερνόβα που βρίσκονται στον γαλαξία μας. Ο ένας, ο IC443. βρίσκεται στον αστερισμό των Διδύμων και απέχει 5.000 έτη φωτός από τη Γη. Ο δεύτερος, ο W44, βρίσκεται στον αστερισμό του Αετού, σε απόσταση 10.000 ετών φωτός από εμάς.
Όπως εξήγησαν οι επιστήμονες στο περιοδικό «New Scientist», η «υπογραφή» που αναζητούσαν αφορούσε τις τιμές της ενέργειας της ακτινοβολίας. Η ακτινοβολία γ που παράγεται από τις συγκρούσεις των πρωτονίων πρέπει να «κινείται» σε ενέργειες των 150 ως 200 μεγαηλεκτρονιοβόλτ (MeV) και πλέον – αν δηλαδή υπήρχε έντονη δραστηριότητα με συγκρούσεις πρωτονίων γύρω από τα υπολείμματα των σουπερνόβα, οι ερευνητές περίμεναν να δουν εκεί ακτινοβολία γ με ενέργειες κυρίως σε αυτές τις τιμές ή και μεγαλύτερες ενώ οι χαμηλότερες τιμές θα έπρεπε να είναι σχεδόν παντελώς απούσες.
«Και αυτό ακριβώς είδαμε» υπογράμμισε ο καθηγητής Φουνκ. «Πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό σημάδι, σαν αυτό που αφήνει ένα όπλο που εκπυρσοκροτεί, και το οποίο μας λέει ότι αυτό που βλέπουμε είναι ακτινοβολία γ από πρωτόνια με μεγάλη επιτάχυνση».
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Science».
tovima
Διαβάστε περισσότερα ...