Μια νέα εναλλακτική λύση για την ενασχόληση με τον πρωτογενή τομέα αποτελεί η εγκατάσταση καλλιεργειών λωτού, ενός εξωτικού φρούτου, με μικρή εξάπλωση στην Ελλάδα, αλλά μεγάλη ζήτηση στις αγορές του εξωτερικού
Μια νέα εναλλακτική λύση για την ενασχόληση με τον πρωτογενή τομέα αποτελεί η εγκατάσταση καλλιεργειών λωτού, ενός εξωτικού φρούτου, με μικρή εξάπλωση στην Ελλάδα, αλλά μεγάλη ζήτηση στις αγορές του εξωτερικού.
Σήμερα στην Ελλάδα καλλιεργούνται περίπου 700-1.000 στρέμματα ως συστηματικές καλλιέργειες λωτού
Η καλλιέργεια του συγκεκριμένου οπωροφόρου δένδρου μπορεί να βοηθήσει στην αύξηση του αγροτικού εισοδήματος, καθώς δίνεται η δυνατότητα για συμβολαιακή παραγωγή και το προϊόν κατευθύνεται κυρίως στην εξωτερική αγορά, χωρίς να στερείται της δυνατότητας να «ανοίξει» και η εσωτερική αγορά με τη χρησιμοποίηση νέων ποικιλιών με άριστα χαρακτηριστικά. Μάλιστα ανήκει και στις προωθούμενες από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης εναλλακτικές καλλιέργειες.
Προκειμένου όμως να γίνει σωστά η καλλιέργεια αυτή θα πρέπει να εξασφαλιστεί το αναγκαίο πιστοποιημένο φυτικό πολλαπλασιαστικό υλικό. Σήμερα στην Ελλάδα καλλιεργούνται περίπου 700-1.000 στρέμματα ως συστηματικές καλλιέργειες με λωτό.
Μπορεί οι οργανωμένες καλλιέργειες λωτού στην Ελλάδα να είναι πολύ λίγες, ωστόσο η όχι τόσο μεγάλη εξάπλωση του φρούτου αυτού στην Ελλάδα οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι οι πρώτες καλλιέργειες λωτού στη χώρα μας προέρχονταν από φρούτα που ανήκαν στις στυφές ποικιλίες, εκείνες δηλαδή που τρώγονται μόνο όταν ωριμάζουν πολύ καλά, ενώ μετά την πλήρη ωρίμανση συντηρούνταν για πολύ λίγο χρονικό διάστημα.
Πλούσιος σε φυτικές ίνες είναι ο καρπός του λωτού
Η εισαγωγή όμως στη χώρα μας από μεγάλες αλυσίδες πολυκαταστημάτων νέων ποικιλιών που έχουν γλυκιά γεύση, έκανε αποδεκτό τον λωτό από τους καταναλωτές, με τις εισαγωγές μάλιστα λωτών στη χώρα μας να εμφανίζουν αύξηση, παρά μάλιστα τις πολύ υψηλές τιμές λιανικής.
Ετσι, τα προβλήματα διάθεσης της παραγωγής που προκαλούσαν οι ποικιλίες στυφών καρπών που καλλιεργούνταν στη χώρα μας, μοιάζουν να δίνουν τη θέση τους σε μια νέα δυναμική ανάπτυξης αυτού του φρούτου που δημιουργούν οι νέες ποικιλίες.
Στις ευρωπαϊκές αγορές κυριαρχούσε μέχρι πρότινος η Ιταλία με 51.000 τόνους, αλλά η Ισπανία, κάνοντας δυναμική είσοδο στην αγορά λωτού τα τελευταία χρόνια, είναι η ανερχόμενη δύναμη, που τα τελευταία τρία χρόνια έφτασε να παράγει 70.000 τόνους, από τους οποίους εξάγει το 62%.
Η καλλιέργεια του λωτού καταλαμβάνει σημαντική θέση σε χώρες της Απω Ανατολής, που παραδοσιακά χρησιμοποιούν τον λωτό σαν ένα καθημερινό φρούτο.
Η μεγάλη χώρα παραγωγής λωτού στην παγκόσμια αγορά είναι η Κίνα. Ακολουθούν Κορέα, Ιαπωνία και Βραζιλία, ενώ τα τελευταία χρόνια η καλλιέργεια αυτή έχει ικανοποιητική ανάπτυξη τόσο στο Ισραήλ, όσο και στη Νότιο Αφρική, την Αυστραλία, την Τουρκία και την Ινδία.
Η εμπορική καλλιέργεια του λωτού στην Ελλάδα έχει μεγάλες προοπτικές παρά την άποψη ορισμένων πως δύσκολα μπορεί να γίνει προϊόν ευρείας κατανάλωσης στη χώρα μας. Η Ελλάδα διαθέτει ιδανικές συνθήκες όσον αφορά το κλίμα και το έδαφος για την επιτυχή εμπορική καλλιέργεια του λωτού.
Ο λωτός κατάγεται από την Κίνα, στα δάση της οποίας έχει παρατηρηθεί η παρουσία άγριων ειδών του είδους. Από την Κίνα διαδόθηκε στην Ιαπωνία και την Κορέα. Στις χώρες αυτές, έχει μακρόχρονη παράδοση και καταναλώνεται σαν φρέσκος καρπός, σαν αποξηραμένος, αλλά και σαν μεταποιημένος.
Τεχικές καλλιέργειας
Εισόδημα 1.000€ ανά στρέμμα για τους παραγωγούς
Με την καλλιέργεια του λωτού να αποδίδει έως 2 τόνους ανά στρέμμα και τις τιμές παραγωγού να κυμαίνονται από 1,5 έως 2 ευρώ το κιλό, το εξωτικό αυτό φρούτο μπορεί να δώσει υπό προϋποθέσεις ένα εισόδημα της τάξεως των 1.000 ευρώ ανά στρέμμα. Για την καλλιέργειά του -όπως αναφέρει ο γεωπόνος Κάσσανδρος Γάτσιος στις «Επαγγελματικές Ευκαιρίες»- απαιτούνται μέσης σύστασης εδάφη με καλή στράγγιση και αερισμό.
Για την καλή παραγωγή καρπών δεν πρέπει η μέση καλοκαιρινή θερμοκρασία να υπερβαίνει τους 35 βαθμούς Κελσίου, ενώ ο καρπός μπορεί να συντηρηθεί για 2-4 μήνες σε 0-2 °C με 90% σχετική υγρασία ή σε ελεγχόμενη ατμόσφαιρα.
Οι τεχνικές πολλαπλασιασμού για τον λωτό είναι ίδιες με τις αντίστοιχες που χρησιμοποιούνται και στα άλλα καρποφόρα δέντρα. Αυτές είναι: με σπόρους, με εμβολιασμό, με μοσχεύματα, με καταβολάδες και με μικροπολλαπλασιασμό.
Επιλογή του αγρού
Ο λωτός είναι καρποφόρο δένδρο μεγάλης προσαρμοστικότητας στα διάφορα εδαφοκλιματικά και καλλιεργητικά περιβάλλοντα.
Σε ό,τι αφορά το κλίμα, βρίσκει ευνοϊκές συνθήκες ανάπτυξης τόσο στις νότιες και νησιωτικές περιοχές όσο και στις κεντρικές και βόρειες. Κατά τη χειμερινή περίοδο διάφορες ποικιλίες του αντέχουν σε ελάχιστες θερμοκρασίες ακόμα και -18 °C.
Ο λωτός δεν παρουσιάζει ιδιαίτερες απαιτήσεις αναφορικά με το κρύο, άλλωστε αρχίζει τον σχηματισμό των φύλλων σχετικά αργά, όταν η θερμοκρασία του περιβάλλοντος το επιτρέπει.
Στην καλλιέργεια του λωτού οι κλιματικές συνθήκες που θα μπορούσαν να αποβούν ζημιογόνες είναι η εμφάνιση θερμοκρασιών μικρότερων των -18 °C κατά τη χειμερινή περίοδο ή στους -3 °C πριν από το άνοιγμα των οφθαλμών.
Οι δυνατοί άνεμοι μπορεί να προκαλέσουν σημαντικές ζημιές στα δένδρα όταν είναι φορτωμένα καρπούς, προκαλώντας σπασίματα του κορμού και των κλαδιών, σκίσιμο των φύλλων και ελαττώματα στους καρπούς.
Ο λωτός μπορεί να καλλιεργηθεί σε διάφορους τύπους εδαφών, ακόμη και σε αργιλώδη.
Τα καλύτερα αποτελέσματα όμως τα δίνει όταν καλλιεργείται σε βαθιά, γόνιμα ή και μέσης σύστασης εδάφη, ουδέτερου pH.
Προετοιμασία εδάφους
Γίνεται ένα όργωμα σε όλη την επιφάνεια του αγρού και σε βάθος 25-30 cm. Ακολουθούν η λίπανση του εδάφους, ένα φρεζάρισμα, και τέλος η σχεδίαση της φυτεύσεως και η φύτευση των δενδρυλλίων.
Σε αβαθή και άγονα εδάφη και σε ποικιλίες μέσης ή και ανεπαρκούς ζωηρότητας, τα δενδρύλλια φυτεύονται σε αποστάσεις 4,5 x 4 m.
Οταν αντίθετα η εγκατάσταση αφορά φυτά μιας ποικιλίας με μεγάλη ζωηρότητα, σε εδάφη βαθιά, γόνιμα και καλά αποστραγγισμένα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε λιγότερο πυκνά σχήματα εγκατάστασης, όπως είναι 5 x 5,5 m ή 6 x 6 m.
Απόδοση
Μεγάλες οι ανάγκες του φυτού σε νερό για ικανοποιητική σοδειά
Παρά τη σχετική αντοχή του λωτού στην έλλειψη άρδευσης, το μέγεθος των καρπών του αλλά και το ύψος της παραγωγής δεν είναι ικανοποιητικά όταν η διαθεσιμότητα του νερού κατά τη διάρκεια των πρώτων σταδίων του φυτού είναι ανεπαρκής και για αυτό θα πρέπει να αρδεύεται.
Ανάμεσα στα διάφορα καρποφόρα δενδροκομικά είδη ο λωτός θεωρείται σαν ένα από τα πλέον μη απαιτητικά σε επεμβάσεις αναφορικές με το κλάδεμα. Τα πλεονεκτήματα όμως που συνεπάγεται ένα ορθολογικό κλάδεμα είναι πολυάριθμα και με αντίκτυπο τόσο στη φάση της ανάπτυξης όσο και σε αυτή της παραγωγής του. Το κύπελλο είναι η πιο διαδεδομένη μορφή κλαδέματος σχηματισμού αλλά και η διαμόρφωση των φυτών σε σχήμα πυραμίδας ή παλμέτας. Επίσης γίνεται και ένα ετήσιο κλάδεμα καρποφορίας την περίοδο του χειμώνα. Ο λωτός δεν απαιτεί ιδιαίτερα αυστηρό κλάδεμα.
Με στυφή και γλυκιά γεύση
Δύο κατηγορίες καρπών στο εμπόριο
Στο εμπόριο, σε παγκόσμια κλίμακα, συναντάμε δύο κατηγορίες καρπών: λωτούς με γλυκιά και λωτούς με στυφή γεύση. Οι καρποί των στυφών ποικιλιών περιέχουν πολύ υψηλά ποσοστά σε διαλυτές τανίνες και δεν είναι δυνατόν να καταναλωθούν πριν από την υπερωρίμανσή τους λόγω τις δυσάρεστης γεύσης τους.
Η στυφάδα της κατηγορίας αυτής μπορεί να απομακρυνθεί με φυσικούς και χημικούς τρόπους κατεργασίας των καρπών. Οι καρποί των μη στυφών ποικιλιών έχουν σχήμα που μοιάζει με ντομάτα και εμφανίζονται στην παγκόσμια αγορά με το όνομα της πιο κοινής ποικιλίας της κατηγορίας αυτής της «Fuyu». Οι καρποί της κατηγορίας αυτής δεν στερούνται πλήρως από τανίνες, όπως υποδηλώνει η ονομασία τους, απλώς έχουν μικρότερη στυφάδα κατά την ωρίμανσή τους σε σχέση με της προηγούμενης κατηγορίας, ενώ χάνουν και τη στυφάδα αυτή με τα κατάλληλα μέσα σε πολύ πιο σύντομο χρονικό διάστημα. Οι καρποί αυτής της κατηγορίας είναι δυνατόν να καταναλωθούν είτε με σκληρή, είτε με μαλακή σάρκα.
Ο λωτός είναι συγγενές είδος με το δέντρο που δίνει το ξύλο του εβένου.
Το δέντρο αυτό μπορεί να φτάσει το ύψος των 10 μέτρων, αλλά χαρακτηρίζεται από βραδεία ανάπτυξη και είναι μακρόβιο. Ο φλοιός του είναι ανοιχτόχρωμος, ενώ έχει ξύλο σκληρό και βαρύ που διακρίνεται από το ανοιχτόχρωμο χρώμα του, σε αντίθεση με τα είδη του εβένου που το εσωτερικό ξύλο έχει χαρακτηριστικό μαύρο χρώμα. Οι βραχίονες του φυτού είναι σχετικά ευαίσθητοι και σπάζουν εύκολα από τον άνεμο και το βάρος των καρπών τους. Ο λωτός καρποφορεί επάνω στους ετήσιους βλαστούς. Τα δένδρα του λωτού μπορεί να φέρουν θηλυκά άνθη, αρσενικά και ερμαφρόδιτα.
Ο λωτός ανήκει στα φυλλοβόλα δέντρα και τα φύλλα του διαφοροποιούνται πολύ στο σχήμα και στις διαστάσεις ανάλογα με την ηλικία του δέντρου, του τύπου του κλαδιού και της θέσης στην οποία έχουν εμφανιστεί.
Τα οφέλη στην υγεία
Ο λωτός περιέχει βιταμίνη C, όπως και πολλά χημικά στοιχεία όπως κάλιο, ενώ φτάνοντας στην πλήρη ωρίμανσή του γίνεται ένας καρπός που αποδίδει μεγάλα ποσοστά ενέργειας δεδομένου του υψηλού περιεχομένου σε θερμίδες που περιέχει και της μεγάλης ποσότητας σακχάρων. Επίσης είναι πλούσιος σε φυτικές ίνες και εμφανίζει αποτελεσματική διουρητική δράση επειδή έχει άφθονο ασβέστιο και κάλιο που βοηθούν στο να απελευθερωθούν τα πλεονάσματα των υγρών. Είναι γνωστό επίσης εδώ και χρόνια ότι βοηθάει τη λειτουργία του ήπατος. Ο λωτός είναι μια ισχυρή πηγή θρεπτικών αντιοξειδωτικών στοιχείων, όπως είναι τα καροτινοειδή και οι πολυφαινόλες.
Οι προαντοκυανιδίνες που περιέχονται στον λωτό μπορούν να ελαττώσουν τον κίνδυνο καρδιαγγειακών ασθενειών περιορίζοντας την αρτηριακή πίεση, τον κίνδυνο θρομβώσεων καθώς και το ποσοστό της κακής χοληστερόλης LDL και των τριγλυκεριδίων.
Η πρόσληψη του λωτού φαίνεται να έχει και μια σημαντική αντιδιαβητική και αντικαρκινική δράση, εκτός από μια σημαντική ικανότητα να μειώνει το ποσοστό της τοξικότητας του αλκοόλ στο αίμα.
http://www.agrotikabook.gr