7 Αυγ 2012

Το ελληνικό χαρμάνι, Ευάγγελος Παπαστράτος



Ήταν ο μικρότερος από τα πέντε αδέλφια της οικογένειάς του κι όμως ο Ευάγγελος Παπαστράτος κατάφερε να μεταδώσει το επιχειρηματικό του δαιμόνιο στους αδερφούς του και να συστήσουν την εταιρεία «Αδελφοί Παπαστράτου ΟΕ».
Το Μάιο του 1913 ιδρύεται η οικογενειακή εταιρεία «Αδελφοί Παπαστράτου», ωστόσο η πορεία του Παπαστράτου στην καπνεμπορία έχει ξεκινήσει χρόνια πριν, το 1906,  με την  «Αυγερινός & Παπαστράτος».Το Μάιο του 1913 ιδρύεται η οικογενειακή εταιρεία «Αδελφοί Παπαστράτου», ωστόσο η πορεία του Παπαστράτου στην καπνεμπορία έχει ξεκινήσει χρόνια πριν, το 1906, με την «Αυγερινός & Παπαστράτος».
Γεννήθηκε το 1884 στο Αγρίνιο και εκεί έζησε τα παιδικά του χρόνια. Σε ηλικία 12 χρόνων άρχισε να εργάζεται ως υπάλληλος στο τοπικό κατάστημα γενικής εμπορίας του Παναγόπουλου, όπου και είχε την πρώτη του επαφή με τον καπνό και μυήθηκε στα μυστικά της επεξεργασίας και της κατάταξής του σε ποιότητες. Θα εγκαταλείψει ωστόσο το πόστο του εκεί, για να εργαστεί σε υπαλληλικό πόστο της εταιρείας «Ρόζη και Βαρνάβα», η οποία εμπορευόταν εγχώρια προϊόντα. Την πορεία του ως υπάλληλος θα κλείσει μερικά χρόνια μετά, όταν το 1906 συστήνει με τον οικογενειακό του φίλο, Σωτήρη Αυγερινό, την ομόρρυθμη εταιρεία «Αυγερινός & Παπαστράτος» με κύριο αντικείμενο την εμπορία προϊόντων με εισαγωγικό και εξαγωγικό προσανατολισμό, και βασικό συναλλαχθέν προϊόν τον καπνό.
Η εταιρεία ξεκινάει με κεφάλαια 6.000 δραχμών, τα οποία έχουν καταβάλλει από κοινού οι δύο συνέταιροι, και κάποια επιπλέον ποσά καταβληθέντα στην εταιρεία από τον Αυγερινό με τόκο.
Αξίζει να σημειωθεί πως ο Παπαστράτος απέκτησε το μερίδιό του για τη σύσταση της εταιρείας έπειτα από δάνειο, το οποίο είχε συνάψει για μια άλλη επιχειρηματική του απόπειρα η οποία «ατύχησε», καθώς και πως μόνο ο Αυγερινός είχε δικαίωμα σύναψης δανείου προς τρίτους ή συναλλαγής για λογαριασμό της εταιρείας.
Την εποχή εκείνη το Αγρίνιο αποτελούσε το κατεξοχήν κέντρο παραγωγής καπνού του νομού Αιτωλοακαρνανίας, ενώ παρήγαγε για εσωτερική κατανάλωση τα καπνά Ζαπαντίου, Παράβολας και Ξηρομέρου καθώς και για το εξωτερικό μυρωδάτα καπνά κυρίως για την Αίγυπτο. Ωστόσο η τιμή του καπνού προερχόμενου από το Αγρίνιο, και ιδιαίτερα των ειδών που προορίζονταν για εξαγωγή, ήταν αρκετά χαμηλή. Και στο γεγονός αυτό οφείλεται το ανοργάνωτο σύστημα με το οποίο λειτουργούσαν οι καπνεμπορικές επιχειρήσεις γενικά τότε στην Ελλάδα, αλλά και το γεγονός πως τα καπνά της Θεσσαλίας, μολονότι κατώτερης ποιότητας από τα αντίστοιχα του Αγρινίου, αποσπούσαν μεγαλύτερη διεθνή αναγνώριση.
 Με τιμές λοιπόν από τριάντα έως εβδομήντα λεπτά για τα κατώτερα καπνά που εξάγονταν στη Γερμανία και την Ολλανδία, και από ογδόντα λεπτά έως τρεις δραχμές για τις ποικιλίες ανώτερης ποιότητας που προσφέρονταν προς εσωτερική κατανάλωση, αλλά και εξαγωγή στην Αίγυπτο διαμορφωνόταν η αγορά καπνού στην Ελλάδα την περίοδο που η εταιρεία «Αυγερινός & Παπαστράτος» ξεκινάει τη δράση της.
Ένα απαρχαιωμένο σύστημα αγοράς 
Την ίδια αυτή περίοδο ο κλάδος του καπνεμπορίου αποτελείται από τριών ειδών κατηγορίες εμπόρων, τους καπνέμπορους που εξάγουν ανώτερης ποιότητας καπνών για την Αίγυπτο ή κατώτερης ποιότητας που μεταπουλούνταν σε άλλους εξαγωγείς, τους μεσίτες του εσωτερικού που μεσολαβούσαν ανάμεσα στους παραγωγούς και τους καπνοβιομήχανους και τους νεοεμφανιζόμενους αντιπροσώπους που αγόραζαν προϊόντα για τρίτους.
Όλοι αυτοί ήταν παράγοντες ενός συστήματος αγοράς απαρχαιωμένου, το οποίο η εταιρεία «Αυγερινός & Παπαστράτος» στόχευε να αποποιηθεί συστηματοποιώντας, και άρα βελτιώνοντας το σύστημα παραγωγής της, με απώτερο στόχο και σκοπό τη δραστηριοποίηση της εταιρείας στο εξωτερικό, αφού πρώτα εξασφάλιζε τη λειτουργία της από την εγχώρια παραγωγή της Πάτρας.
Από την «Αυγερινός & Παπαστράτος» στην «Αδελφοί Παπαστράτου»
Υψηλός επαγγελματισμός στην εμπορία καπνού
Απογοητευμένοι οι δύο συνέταιροι από τον τρόπο λειτουργίας των Πατρινών, οι οποίοι αδιαφορούσαν για τον παράγοντα της ποιότητας, καταφεύγουν στις ούτως ή άλλως επιθυμητές αγορές του εξωτερικού. Και έτσι παρόλο που αρχικά θα βρουν μικρή απήχηση λόγω της ευρύτερης καχυποψίας που έχαιραν τα καπνά της περίοχής τους θα καταφέρουν σταδιακά να αποκτήσουν κάποια ανεξαρτησία κερδίζοντας την εμπιστοσύνη της αγοράς του εξωτερικού.
Εμπιστοσύνη η οποία προήλθε από τον τρόπο που η εταιρεία επεξεργαζόταν και διαχώριζε σε κατηγορίες ανάλογα με την ποιότητα τον καπνό, την επίτευξη κάποιας ομοιογένειας, τις συνθήκες αποθήκευσης και συντήρησης, τη διαδικασία της ζύμωσης και τη γενικότερη επίδειξη επαγγελματισμού σε όλα τα στάδια της καπνεμπορίας.
Και κάπως έτσι, μεγαλώνοντας οι εργασίες της εταιρείας «Αυγερινός & Παπαστράτος» μεγαλώνει και το προσωπικό της με την εισχώρηση στην εταιρεία του Σωτήρη, αδερφού του Ευάγγελου.
Σε αυτή την τριετία και κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού του Παπαστράτου πραγματοποιείται η γνωριμία του με ένα εκ των αντιπροσώπων της εταιρείας Κωνσταντίνου, η οποία διέθετε εργοστάσιο σιγαρέτων στη Γερμανία, και με το οποίο στο εξής θα συνάψουν σχέσεις συνεργασίας.
Η συνεργασία αυτή θα σταθεί και η αφορμή εκσυγχρονισμού της διαδικασίας επεξεργασίας ορισμένων καπνών σε «τόγκα», αφού η εταιρεία το εφάρμοζε και το οποίο εξασφάλιζε μεγαλύτερη ομοιομορφία, ευκολίες στη δεματοποίηση του καπνού σε φύλλα και μείωση περιττών δαπανών.
Παρόλο όμως που η μέθοδος της «τόγκας» εξασφάλιζε τέτοια πλεονεκτήματα, στην επιχείρηση αποδείχτηκε δύσκολη υπόθεση η αποδοχή της από το προσωπικό, το οποίο πίστευε πως η συγκεκριμένη μέθοδος προωθούσε την ανεργία επειδή απαιτούσε αυξημένο αριθμό γυναικών, γι΄αυτό και οργάνωσαν συλλαλητήριο κατά των αδερφών Παπαστράτου-δεδομένου πως το περιστατικό λαμβάνει χώρα ενόσω πια η εταιρεία «Αυγερινός & Παπαστράτος» έχει διαλυθεί. Μάλιστα τόσο αντέδρασαν ώστε ψηφίστηκε ειδικός νόμος που απαγόρευε την επεξεργασία καπνού με το συγκεκριμένο σύστημα. Φυσικά αργότερα ο νόμος κρίθηκε αντισυνταγματικός, και αφού πια είχε επικρατήσει κρίση στον κλάδο της καπνεμπορίας οι εργάτες μετανοιωμένοι αιτήθηκαν την επαναλειτουργία του εργοστασίου των Παπαστράτων που είχε διακόψει εν τω μεταξύ τη λειτουργία του στο Αγρίνιο.
Όπως και να έχει η μέθοδος της «τόγκας» ήταν η αρχή μιας μεγάλης εξαγωγικής πορείας για την εταιρεία «Αυγερινός & Παπαστράτος»,η οποία αρχίζει να δραστηριοποιείται δειλά δειλά σε χώρες όπως είναι η Γερμανία και η Ολλανδία είτε με απευθείας αποστολές καπνών είτε μέσω της Τράπεζας Αθηνών στη Γερμανία, για παράδειγμα. Αξιοσημείωτο είναι μάλιστα το γεγονός πως ο Παπαστράτος επισκεπτόταν κάθε προορισμό θεωρούσε πως κατέχει καπνεμπορική δραστηριότητα για να επικοινωνήσει τη λειτουργία της εταιρείας του. Σε ένα από αυτά τα ταξίδια στη Γερμανία θα ξεκινήσει και η συνεργασία του με την εταιρεία Yasmatzi, η οποία στο μέλλον θα αποτελέσει βασικό εξαγωγικό τους προορισμό.

Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι
Ενόσω όμως η εταιρεία «Αυγερινός & Παπαστράτος» επεκτείνεται η Ελλάδα βιώνει την ιστορική περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων, στους οποίους θα λάβει μέρος και ο Παπαστράτος με τη γενική επιστράτευση του 1912. Η εταιρεία θα δεχτεί «πλήγμα» όταν επιτάσσεται μία από τις αποθήκες της γεμάτη με καπνά, χάνοντας σημαντικό μέρος του κεφαλαίου της.
Με το τέλος του πολέμου και παρά τις υλικές απώλειες της εταιρείας ξεκινάει η ανασύστασή της με ένα θλιβερό γεγονός. Η άσχημη κατάσταση της υγείας του Αυγερινού απαιτεί τη διακομιδή του στο εξωτερικό όπου και θα εκπνεύσει λίγο αργότερα, και συνακόλουθα τη διάλυση της εταιρείας το 1913.

Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος 
Τα τέσσερα αδέρφια σπρώχνουν το όνειρο πιο μακριά
Το επιχειρηματικό δαιμόνιο ωστόσο του Παπαστράτου τον οδήγησε για δεύτερη φορά, το Μάιο του 1913, στη σύσταση ομόρρυθμης εταιρείας, λίγο πιο οικογενειακής αυτή τη φορά, με το όνομα «Αδελφοί Παπαστράτου», αφού βασικοί μέτοχοι ήταν ο ίδιος και ο αδερφός του Σωτήρης, με αντικείμενο την καπνεμπορία.
Όταν όμως οι εργασίες της εταιρείας αποδείχθηκαν ιδιαίτερα επιτυχημένες τα δύο αδέρφια χρειάστηκαν τη βοήθεια του τρίτου τους αδερφού, του Γιάννη, οικοδομώντας έτσι ακόμη περισσότερο τον οικογενειακό χαρακτήρα της επιχείρησης. Με την επέκταση αυτή τέθηκε ταυτόχρονα επί τάπητος και η επέκταση των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων πέρα από την περιφέρεια του Αγρινίου.
Το 1914 κυρήσσεται ο πρώτος ευρωπαϊκός πόλεμος, ο οποίος σε πρώτη φάση δεν επηρεάζει την εταιρεία. Τουναντίον, οι αγορές καπνού βρίσκονται σε ανάπτυξη αυτή την περίοδο με την είσοδο της Αμερικής στο παιχνίδι των εξαγωγών.
Στη συνέχεια όμως με την επιστράτευση του 1915 και οι τρεις συνέταιροι βρίσκονται ένστολοι και μακριά από την εταιρεία τους, την οποία πλέον αναλαμβάνει επάξια ο θείος τους. Και ενώ η εταιρεία διαπρέπει παρά τις δυσκολίες στην εξαγωγή καπνού, στην υπηρεσία της εταιρείας «επιστρατεύεται» και ο τέταρτος αδερφός, ο Επαμεινώνδας, ο οποίος διαθέτοντας υψηλή επαγγελματική κατάρτιση καλείται να εγκατασταθεί στην Ολλανδία, την κατεξοχήν χώρα εξαγωγών καπνού τότε δεδομένου ότι αποτελούσε ουδέτερη χώρα, και άρα μπορούσε να εξάγει και σε λιμάνια εχθρικών χωρών.
Ένα μεγάλο μέρος του πολέμου, καθώς και η λήξη του, βρίσκει τρία από τα αδέρφια αποκλεισμένα στην Ολλανδία, όπου αποκτούν καλύτερη γνώση της αγοράς και μεγάλα κέρδη.Όταν το 1919 η Ελλάδα επεκτείνεται, τα αδέρφια οραματίζονται την ανάπτυξη μιας μεγαλύτερης επιχείρησης γι’ αυτό και μεταφέρουν την έδρα τους στην Αθήνα, δημιουργούν δίκτυο καταστημάτων στις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας αλλά και του εξωτερικού (Ολλανδία-Γερμανία),ενώ επιχειρούν, αποτυχημένα κάπως, να εισέλθουν στην αγορά της Αμερικής. Αυτή την περίοδο προμηθεύουν μεγάλες εταιρείες του κλάδου οι οποίες συγκεντρώνουν κατ’ αποκλειστικότητα τα καπνά της εταιρείας δημιουργώντας ένα είδος εξάρτησης που απέβη καθοριστική για την πορεία της εταιρείας.

Τα σιγαρέτα
Όταν η εταιρεία Neuerburg διέκοψε τη συνεργασία μαζί τους, αλλάζουν το αντικείμενό τους διαθέτοντας τα μεγάλα τους αποθέματα καπνού στην παραγωγή σιγαρέτων. Το 1930 επομένως βρίσκει τα αδέρφια και πάλι σε επιχειρησιακό αναβρασμό με την προετοιμασία του πρότυπου εργοστασίου τους στον Πειραιά, υπό το όνομα «Παπαστράτος Ανώνυμη Βιομηχανική Εταιρεία Σιγαρέτων» («ΠΑΒΕΣ»). Βασικό όραμα της ΠΑΒΕΣ αποτελούσε η διάδοση των ελληνικών σιγαρέτων στο εξωτερικό, στόχος που δεν υλοποιήθηκε με μεγάλη επιτυχία λόγω των υψηλών δασμών αλλά και της επικράτησης ενός εθνικιστικού κλίματος με την άνοδο του Χίτλερ. Ωστόσο το εργοστάσιο έχριζε συχνά κολακευτικών σχολίων αφού ήδη από το παρελθόν είχαν επιμείνει στην ενσωμάτωση μηχανημάτων και την υιοθέτηση τεχνοτροπιών με στόχο τη βελτίωση των συνθηκών παραγωγής και εργασίας.
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και οι κατά πολύ μειωμένες αγορές του εξωτερικού οδηγούν την ΠΑΒΕΣ να αποσυρθεί από τα εργοστάσια της Γερμανίας και της Αίγύπτου. Και ενώ η Κατοχή παγώνει τη λειτουργία της, ενεργοποιεί τη δράση του Ευ. Παπαστράτου στον Ερυθρό Σταυρό.

Η μετέπειτα περίοδος των Δεκεμβριανών όμως από κοινού με την Κατοχή θα αφήσουν τα σημάδια τους στο εργοστάσιο των Παπαστράτων, οι οποίοι αργότερα επιχειρούν να το ανακαινίσουν και να συνεχίσουν την πορεία του. Μια πορεία της οποίας ο ίδιος ηγείται ως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος έως το 1974, οπότε και φεύγει από τη ζωή. Ωστόσο, η εταιρεία δεν παύει τη λειτουργία της αλλά συνεχίζει την πορεία της ως και σήμερα με λίγο διαφορετικό προσανατολισμό, αφού από το 2003 αποτελεί θυγατρική της Phillip Morris.


agronews.gr