Ο κλάδος των αρωματικών φυτών εντάχθηκε στο Γ’ ΚΠΣ
Ωστόσο παρά την ορθή ομολογουμένως χάραξη στρατηγικής ανάπτυξης του κλάδου, η παραγωγική διαδικασία δεν ενισχύθηκε διότι δεν υπήρξε και δεν υπάρχει ακόμη η κατάλληλη διάρθρωση κινήτρων όπως:
Στην Ε.Ε. των 27 εκτιμάται ότι καλλιεργούνται συνολικά 800.000 περίπου στρέμματα αρωματικών φυτών, όταν στην Ελλάδα που όπως όλοι γνωρίζουμε αποτελεί την ιδανικότερη χώρα για την καλλιέργεια τους, η καλλιεργούμενη έκταση αγγίζει τα 20.000 περίπου στρέμματα. Δηλ. άλλες χώρες που υπολείπονται σε εδαφοκλιματικά στοιχεία καλλιεργούν παράγουν χιλιάδες τόνους εξασφαλίζοντας έτσι για τις οικονομίες τους σημαντικά έσοδα.(Κατσιώτης 2007)
Η αγορά στην Ευρωπαϊκή Ένωση των επίσημα διακινούμενων αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών, εκτιμάται σε 1,1 δις. δολάρια, ενώ οι συνολικές πωλήσεις των προϊόντων αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών και των διαιτητικών συμπληρωμάτων ξεπερνούν τα 7,5 δισ. Δολάρια.
Χώρες όπως η Γαλλία και η Ισπανία, κατέχουν το 70% περίπου της συνολικής παραγωγής και ακολουθούν η Γερμανία, η Αυστρία, η Ολλανδία, η Ιταλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Φινλανδία. Επίσης χώρες όπως η ΤΟΥΡΚΊΑ η Αίγυπτος , το Ισραήλ και η Κύπρος παράγουν και εκμεταλλεύονται σε σημαντικό βαθμό τα αρωματικά φυτά με καθετοποιημένες μονάδες όπου η μικρότερη είναι της τάξης των 70 – 100 στρεμμάτων. (Πολυσίου 2000)
Βεβαίως σε καμμία περίπτωση δεν θα θέλαμε να αδικήσουμε την χώρα μας όταν πράγματι για την παραγωγή δρογών και αιθέριων ελαίων από φυτική μάζα αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών υπάρχει επαρκής τεχνογνωσία. Όταν λειτουργεί σημαντικός αριθμός επιχειρήσεων με σύγχρονη τεχνολογία αποστάξεων. Ωστόσο όμως απαιτείται να προχωρήσουμε σχεδιασμένα πάντα, πιο δυναμικά.
Είναι γεγονός ότι η οικονομική κρίση σήμανε και το τέλος της επιδοτούμενης Γεωργίας στην Ελλάδα. Γενικά μιλώντας για την ελληνική γεωργία θεωρούμε ότι πρέπει να επαναπροσδιορίσει τον ρόλο της σε σχέση με την ελληνική οικονομία και κοινωνία αλλά και με την παγκόσμια οικονομία καθώς η «μεσογειακή διατροφή» και η αειφόρος ανάπτυξη αποτελούν πρώτη προτεραιότητα στις πολιτικές υγείας αλλά και στις προτιμήσεις των καταναλωτών.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι η αγορά των αρωματικών όχι μόνο σε ευρωπαικό επίπεδο αλλά παγκοσμίως είναι τεράστια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η καλλιέργεια, παραγωγή, και διάθεση των αρωματικών φυτών και των αιθέριων ελαίων τους μπορούν να αποτελέσουν κίνητρο για τον αγρότη την περίοδο αυτή αλλά με ορισμένες προϋποθέσεις:
Για το λόγο αυτό πρωτίστως θα πρέπει σε κάθε ευρύτερη περιοχή που πρόκειται να εγκατασταθεί καλλιέργεια αρωματικών φυτών να προετοιμαστεί ένα σχέδιο καλλιέργειαςστο οποίο σε πρώτη φάση θα συλλεχθούν όλες οι απαραίτητες πληροφορίες για την περιοχή που σχετίζονται με το μικροπεριβάλλον της, τα αποθέματα νερού, τις δεξιότητες και τις γνώσεις των αγροτών, τη ύπαρξη μηχανολογικού εξοπλισμού τον καθορισμό των αρωματικών που ενδείκνυται κ.λ.π.
Στην συνέχεια να γίνει η εργασία πεδίου με ότι αυτό συνεπάγεται, που θα οδηγήσει στην εμπορική παραγωγή.
Είναι γνωστό ότι στο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας και Αλιείας τον Ιούνιο του 2007 επιτεύχθηκε πολιτική συμφωνία για την μεταρρύθμιση του τομέα των οπωροκηπευτικών με έναρξη ισχύος από 1/1/2008. Στον κατάλογο των προϊόντων που καλύπτει η νέα ΚΟΑ οπωροκηπευτικών συμπεριλαμβάνεται και ο κρόκος καθώς και αρωματικά φυτά που προορίζονται για μαγειρική χρήση όπως το θυμάρι, βασιλικός, μελισσόχορτο, φασκόμηλο, και ρίγανη. Επομένως για αυτά τα προϊόντα μπορούν να αναγνωρισθούν αντίστοιχες Οργανώσεις Παραγωγών προκειμένου να ωφεληθούν υποβάλλοντας προς έγκριση επιχειρησιακά προγράμματα.
Πρόσφατα μάθαμε την σύσταση ομάδας παραγωγών στην Μεσσηνία όπου μεταξύ άλλων προβλέπεται και η καλλιέργεια αρωματικών φυτών όπως η λεβάντα, η ο Συνεταιρισμός Βοίου όπου οι παραγωγοί καλλιεργούν Λεβάντα και τριανταφυλλιά δαμασκηνή με πολύ θετικά αποτελέσματα.
Παράλληλα από άλλες ομάδες που ήδη έχουν συσταθεί και λειτουργούν σε άλλους τομείς της αγροτικής παραγωγής τα αποτελέσματα είναι παραπάνω από θετικά.
Κάποιος που πραγματικά έχει αποφασίσει να ασχοληθεί με την καλλιέργεια των αρωματικών φυτών πρέπει να κρατάει πρωτίστως καλάθι γνώσεων και κατάρτισης.
Θα πρέπει να έχει κατά νου ο κάθε ενδιαφερόμενος ότι τα αρωματικά φυτά δεν είναι επένδυση εντάσεως κεφαλαίου αλλά εντάσεως γνώσης.
Επί πλέον αν κάποιος απλώς αναλωθεί σε μια προσπάθεια συγχρόνως με την κύρια απασχόληση του τότε οι πιθανότητες επιτυχίας είναι κάτω του 5%.
Μια τέτοια ενασχόληση απαιτεί πληρότητα και αποκλειστικότητα σε όλα τα πεδία.
Αν αποφασίσει κάποιος να ασχοληθεί με αυτήν την καλλιέργεια θα πρέπει να την κάνει με προοπτική.
Θεωρούμε ότι άνθρωποι με αρκετά μεγάλη εμπειρία υπάρχουν. Εάν δε, συνεισφέρει και η πολιτεία στο να καταρτίσει και άλλους επιστήμονες νέους, είτε ακόμη και έμπειρους γεωπόνους άλλων καλλιεργειών, εάν γίνουν προσπάθειες ώστε να υπάρξει η κατάλληλη διάρθρωση κινήτρων που αναφέραμε παραπάνω καθώς και αν δοθεί λύση στο μεγάλο πρόβλημα του πιστοποιημένου πολλαπλασιαστικού υλικού με συντονισμένες ενέργειες και συνεργασία του ΚΕΣΠΥ και του Οργανισμού ΔΗΜΗΤΡΑ (Υπηρεσίες ΕΘΙΑΓΕ), εάν ενισχυθεί η Βιολογική Καλλιέργειά των αρωματικών φυτών τότε πιστεύουμε ότι τα αποτελέσματα θα είναι παραπάνω από θετικά για τον αγροτικό πληθυσμό των ορεινών, ημιορεινών αλλά και πεδινών περιοχών της χώρας αλλά και για την χώρα μας την ίδια.
ΣΤΑΘΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
Γεωπόνος Α.Π.Θ.