Στη γνωστή φράση με το ένα νόμισμα και τις δύο όψεις παραπέμπει η εικόνα που αποπνέει σήμερα η ελληνική αγορά μπίρας. Σύμφωνα με το σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας Agrenda, από τη μια πλευρά, η πτώση της κατανάλωσης (η οποία ούτως ή άλλως στη χώρα μας δεν βρισκόταν ποτέ σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα σε σχέση π.χ. με τις χώρες π.χ. της Β. Ευρώπης) ελέω κρίσης είναι αδιαμφισβήτητη και προκαλεί «πονοκεφάλο» στους παράγοντες του κλάδου που βλέπουν την πίτα των πωλήσεων να μικραίνει επικίνδυνα.
Την ίδια στιγμή, όμως, η είσοδος νέων παικτών στην αγορά τα τελευταία χρόνια έχει αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού οδηγώντας τις επιχειρήσεις σε έναν άτυπο διαγωνισμό επενδύσεων με στόχο την προσφορά περισσότερων και καλύτερων προϊόντων αφενός και τη συγκράτηση των τιμών σε λογικά επίπεδα αφετέρου.
Ωφελημένοι από αυτή την κούρσα βγαίνουν, φυσικά, οι Έλληνες καταναλωτές οι οποίοι έχουν πλέον να διαλέξουν μεταξύ πληθώρας σημάτων και προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων αυτών που μέχρι πριν από λίγο καιρό θεωρούνταν εξεζητημένα και απευθύνονταν στους «μυημένους» (π.χ. κόκκινη μπίρα, σκούρα ή dark).
Κερδισμένες, επίσης, είναι και οι μικρότερες επιχειρήσεις που έρχονται να καλύψουν αυτή ακριβώς τη δίψα του κοινού για κάτι «καινούργιο» και «διαφορετικό».
Κερδισμένες, επίσης, είναι και οι μικρότερες επιχειρήσεις που έρχονται να καλύψουν αυτή ακριβώς τη δίψα του κοινού για κάτι «καινούργιο» και «διαφορετικό».
Ο Έλληνας πίνει 31 λίτρα μπίρας
Στο διάστημα της τελευταίας τριετίας η κατανάλωση μπίρας στη χώρα μας υποχώρησε σε ένα ποσοστό που αγγίζει το 25%. Μόνο την περυσινή χρονιά, η αγορά μέτρησε απώλειες 11% «κλείνοντας» στα 3,4 εκατ. εκατόλιτρα.
Στο διάστημα της τελευταίας τριετίας η κατανάλωση μπίρας στη χώρα μας υποχώρησε σε ένα ποσοστό που αγγίζει το 25%. Μόνο την περυσινή χρονιά, η αγορά μέτρησε απώλειες 11% «κλείνοντας» στα 3,4 εκατ. εκατόλιτρα.
Κατά μέσο όρο ο Έλληνας πίνει πλέον 31 λίτρα μπίρας ετησίως από 39 λίτρα το 2008. «Υπεύθυνη» γι’ αυτό θα πρέπει κυρίως να θεωρηθεί η πτώση της ζήτησης στην «κρύα» αγορά (αλλιώς HO.RE.CA. δηλαδή καφετέριες, μπαρ, εστιατόριο) που πλέον αντιπροσωπεύει το 60% των συνολικών πωλήσεων από 65% δύο χρόνια πριν.
Εξέλιξη λογική αν σκεφτεί κανείς ότι οι Έλληνες εν μέσω κρίσης περιορίζουν τις εξόδους τους και αρκετοί πλέον επιλέγουν την κατ’ οίκον διασκέδαση.
Αυτός είναι και ο λόγος που οι πωλήσεις στη λεγόμενη «ζεστή» αγορά, δηλαδή στα «ράφια» των σούπερ-μάρκετ ενισχύθηκαν την τελευταία διετία σε ποσοστό 5% (40% από 35%). Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, η μεταβολή αυτή (που σαφέστατα) συνδέεται με την αλλαγή του καταναλωτικού προτύπου σημαίνει ότι υπάρχει σημαντικό περιθώριο ανάπτυξης στην εν λόγω αγορά.
Οι μικροί «μεγαλώνουν»
Τα ηνία στην εγχώρια αγορά εξακολουθεί να κρατάει η Αθηναϊκή Ζυθοποιία (μέλος του ομίλου Heineken) με ένα μερίδιο 67%.
Τα ηνία στην εγχώρια αγορά εξακολουθεί να κρατάει η Αθηναϊκή Ζυθοποιία (μέλος του ομίλου Heineken) με ένα μερίδιο 67%.
Ποσοστό πολύ υψηλό που, όμως, απέχει πολύ από το 85% που μετρούσε πριν από κάποια χρόνια.
Η δεύτερη θέση ανήκει στην Μύθος Ζυθοποιία (από το 2008 μέλος της Carlberg) που κατέχει πλέον το 14%. Νιώθει, ωστόσο, καυτή την ανάσα της Ολυμπιακής Ζυθοποιίας των κ.κ. Ι. Χήτου και Αφών Γκρέκη η οποία, στα δύο χρόνια «ζωής» της, καταφέρνει να παρουσιάζει εκθετικούς ρυθμούς ανάπτυξης ετησίως με αποτέλεσμα να βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο 7% και να φιλοδοξεί φέτος να «πιάσει» το 10%.
Η δεύτερη θέση ανήκει στην Μύθος Ζυθοποιία (από το 2008 μέλος της Carlberg) που κατέχει πλέον το 14%. Νιώθει, ωστόσο, καυτή την ανάσα της Ολυμπιακής Ζυθοποιίας των κ.κ. Ι. Χήτου και Αφών Γκρέκη η οποία, στα δύο χρόνια «ζωής» της, καταφέρνει να παρουσιάζει εκθετικούς ρυθμούς ανάπτυξης ετησίως με αποτέλεσμα να βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο 7% και να φιλοδοξεί φέτος να «πιάσει» το 10%.
Ανοδικά κινείται και η Ζυθοποιία Μακεδονίας-Θράκης που αντιπροσωπεύει το 6% της εγχώριας αγοράς και, εσχάτως, επιχείρησε άνοιγμα και στην αγορά αναψυκτικών λανσάροντας κρύο τσάι του βουνού.
Ανάλογο ποσοστό κατέχουν αθροιστικά οι ουκ ολίγες μικροζυθοποιίες που βρίσκονται διάσπαρτες στην ελληνική περιφέρεια καθώς και τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας που δειλά δειλά κερδίζουν την εκτίμηση του καταναλωτή.
Στροφή στη συµβολαιακή
Ωφεληµένος από το επενδυτικό ντεµαράζ των επιχειρήσεων ζυθοποιίας µπορεί να θεωρηθεί πλέον και ο πρωτογενής τοµέας. Και τούτο γιατί αργά, αλλά σταθερά, όλο και περισσότερες εταιρείες στρέφονται στη συµβολαιακή γεωργία, προκειµένου να καλύψουν ένα σηµαντικό µέρος των αναγκών τους σε κριθάρι.
Ωφεληµένος από το επενδυτικό ντεµαράζ των επιχειρήσεων ζυθοποιίας µπορεί να θεωρηθεί πλέον και ο πρωτογενής τοµέας. Και τούτο γιατί αργά, αλλά σταθερά, όλο και περισσότερες εταιρείες στρέφονται στη συµβολαιακή γεωργία, προκειµένου να καλύψουν ένα σηµαντικό µέρος των αναγκών τους σε κριθάρι.
Πιο συγκεκριµένα, η Αθηναϊκή Ζυθοποιία εφαρµόζει το πρόγραµµα από το 2008 έχοντας προµηθευτεί συνολικά 50.000 τόνους για την παρασκευή των Άλφα και στοχεύει τα επόµενα χρόνια να καλύψει εξολοκλήρου τις ανάγκες της από ελληνικό κριθάρι. Επιπλέον, από τον περασµένο Μάρτιο στο πρόγραµµα εντάχθηκε και η µπίρα ΒΙΟΣ5, αφού και τα 5 δηµητριακά για την παραγωγή της προέρχονται από την ελληνική γη.
Ο πρωτοπόρος στον τοµέα αυτό ήταν, βέβαια, η Ζυθοποιία Μακεδονίας-Θράκης η οποία εφαρµόζει συµβολαιακή από το 2006 και έχει ως στόχο να αυξήσει τις καλλιεργούµενες εκτάσεις από 2.700 στρέµµατα σε 10.000 στρέµµατα, ως το 2013. Στο παιχνίδι µπήκε εσχάτως και η Ολυµπιακή Ζυθοποιία, η οποία από το 2011 δηµιούργησε έναν πειραµατικό αγρό 200 στρεµµάτων στη Βοιωτία.
Το πείραµα στέφθηκε µε επιτυχία αποδίδοντας 100. 000 κιλά κριθάρι, µε αποτέλεσµα η εταιρεία να προχωρά σε πενταπλασιασµό των καλλιεργούµενων εκτάσεων ώστε µακροπρόθεσµα να προµηθεύεται αποκλειστικά πρώτη ύλη εγχώριας προέλευσης.
agronews.gr